Διογένης ο Κυνικός απευθυνόμενος προς τον Μέγα Αλέξανδρο:
"Δέν είσαι καλός βασιλέας όταν απλά κυβερνάς τον λαό,
άλλά είσαι καλός Βασιλέας όταν κυβερνάς για να οφελείς τον λαό που κυβερνάς.
Ο Διογένης ο «Κυνικός», Έλληνας φιλόσοφος, γεννήθηκε στη Σινώπη περίπου το 412 π.Χ. και πέθανε το 323 π.Χ στην Κόρινθο.Θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος της Κυνικής Φιλοσοφίας.Χρησιμοποιούσε τον αστεϊσμό και το λογοπαίγνιο ως μέσο για τα διδάγματά του.Πίστευε πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, τη λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί κανείς να την εξασφαλίσει. Η κυνική φιλοσοφία λέγεται έτσι γιατί είχε ως έμβλημά τον "κύνα" δηλαδή τον σκύλο.Οι κυνικοί δήλωναν πως "εμείς διαφέρουμε από τους άλλους σκύλους διότι εμείς δεν δαγκάνουμε τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουμε".......
Παροιμιώδης έμεινε η απλότητα, η λιτότητα, το ελεγκτικό και χλευαστικό πνεύμα του απέναντι στους άλλους.
Η παράδοση λέει ότι είχε μόνιμη κατοικία του ένα πυθάρι
και φύλακες τα σκυλιά του και γυρνούσε στους δρόμους όλη μέρα με ένα φανάρι.
Οταν τον ρωτούσανε γιατί κυκλοφορεί μέρα μεσημέρι με το φανάρι αναμμένο
απαντούσε: “Άνθρωπον Ζητώ” .
Έλεγε ότι οι άνθρωποι αγωνίζονται να ξεπεράσουν ο ένας τον άλλο σε υλικά αποκτήματα,
αλλά κανένας δεν αγωνίζεται να γίνει καλύτερος και αληθινός.
Η διδασκαλία του ήταν ουσιαστικά επαναστατική και ανατρεπτική
για την τάξη που επικρατούσε τότε. Προσπάθησε με τα επιχειρήματα του
να αλλάξει την ανθρώπινη κοινωνία που είχε διαφθαρεί.
Αυτό κατά τη γνώμη του θα γινόταν δυνατό αν ο άνθρωπος επέστρεφε στην φύση.
Πίστευε δηλαδή πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκεται στη φυσική ζωή και
πως μόνο με την αυτάρκεια, τη λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί να την εξασφαλίσει.
Κάποτε είπε σ έναν ευτραφή ρήτορα τον Αναξιμένη :
"Αναξιμένη, δώσε λίγη κοιλιά και στους φτωχούς".
Ως άστεγος και πάμπτωχος εξόριστος, ο Διογένης βίωσε
τις χειρότερες ατυχίες για τις οποίες γράφουν οι τραγικοί,
κι όμως ομολογούσε ότι έζησε μια καλή ζωή.
Περπατούσε ξυπόλυτος στο χιόνι και κυλούσε το πιθάρι του
στην άμμο μέσα στο καυτό καλοκαίρι.
Επέζησε με μια πολύ λίγη τροφή και διακρίθηκε για
την περιφρόνησή του στα πλούτη και την πολυτέλεια.
Πίστευε πως η ικανότητα να ζει κανείς χωρίς πολλά πολλά είναι
απελευθερωτική και ωφέλιμη.
Πολλοί γελούσαν μαζί του επειδή κοιμόταν στο πιθάρι του κι εκείνος γελούσε μαζί τους
επειδή δεν χωρούσαν στο πιθάρι του, γιατί ήταν χοντροί.
«Η φιλοσοφία δεν έχει σπίτι» έλεγε,
«γιατί είναι τόσο μεγάλη που δεν χωράει σε κανένα σπίτι
και μπορεί να έχει σαν στέγη της μόνο τον ουρανό».
Μια φορά ο Μέγας Αλέξανδρος πλησιάζει το φιλόσοφο και του λέει:
"Είμαι ο Βασιλεύς Αλέξανδρος".
Ο Διογένης ατάραχος απαντά "Και 'γώ είμαι ο Διογένης ο Κύων".
Ο Μέγας Αλέξανδρος απορεί και τον ρωτάει: "Δε με φοβάσαι;"
Ο Διογένης απαντάει: "Και τι είσαι; Καλό ή κακό;".
Ο Αλέξανδρος μένει σκεπτικός. Δεν μπορεί ένας βασιλιάς να πει ότι είναι κακό,
και άμα είναι καλό, γιατί κάποιος να φοβάται το καλό;
Αντί να απαντήσει ο Αλέξανδρος τον ερωτά εκ νέου:
"Τι χάρη θες να σου κάνω;"
Και ο Διογένης ξανά με λογοπαίγνιο απαντά
"Σταμάτα να μου κρύβεις τον ήλιο"
Μόλις το άκουσε αυτό ο Αλέξανδρος είπε το περίφημο:
"Εάν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν Διογένης".
Μια άλλη φορά ρωτήθηκε ποιανού ζώου το δάγκωμα είναι το χειρότερο,
λέγεται πως απάντησε:
«Ανάμεσα στα άγρια, του συκοφάντη, και ανάμεσα στα ήμερα του κόλακα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου